Βιβλία που ξεχώρισαν | Πάνου Τσίρου Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ

News » Βιβλία που ξεχώρισαν | Πάνου Τσίρου Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ
Posted on 09 Jan 2023 13:11

Δυο λόγια για το βιβλίο του Πάνου Τσίρου Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ (εκδ. Νεφέλη) από τον συγγραφέα ΚΩΣΤΑ ΠΟΥΛΟ

FB_Poulos_Tsiros.png

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΩΝ ΣΚΥΛΩΝ του Πάνου Τσίρου

Αναρωτιέται κανείς -μεταξύ άλλων- αν και πόσος χρόνος υπάρχει διαθέσιμος στον μέσο αναγνώστη στη χώρα μας για την ανάγνωση διηγημάτων. Φαίνεται πως -παρόλο που πιο φυσικό δείχνει να είναι το αντίθετο- οι φιλαναγνώστες διαθέτουν ευκολότερα τον χρόνο τους στην ανάγνωση ογκωδών μυθιστορημάτων και όχι στις λιγότερο χρονοβόρες μικρές ιστορίες. «Σε μια κοινωνία γεμάτη άγχος, τρέξιμο και αυξανόμενες υποχρεώσεις το μέλλον ανήκει στο διήγημα», έλεγαν κάποιοι πριν από μερικές δεκαετίες. Η πρόβλεψη δεν φαίνεται να έχει επαληθευτεί και ορισμένοι που στοιχημάτισαν πάνω σ’ αυτό έχασαν τα λεφτά τους. Το τελευταίο διάστημα ωστόσο δεν είναι λίγες οι συλλογές διηγημάτων που προσπαθούν και εν μέρει έχουν καταφέρει να ισορροπήσουν τη ζυγαριά.
Ανάμεσα στις πολλές καλές συλλογές διηγημάτων των τελευταίων χρόνων ξεχώρισα, όχι οπωσδήποτε με αξιολογικά κριτήρια -τα οποία άλλωστε, εάν διαθέτω, προορίζονται για καθαρά ιδιωτική χρήση-, και αποφάσισα να σας παρουσιάσω εδώ τη «Μοναξιά των σκύλων» του Πάνου Τσίρου (Νεφέλη, Ιούνιος 2019), γιατί πιστεύω ότι οι μικρές ιστορίες που εμπεριέχει επιβεβαιώνουν, κατά τη γνώμη μου, κάποια χαρακτηριστικά του είδους που τείνουν να παγιωθούν και να αποτελέσουν σταθερές ικανές ενδεχομένως να οδηγήσουν σε έναν κανόνα, με άλλα λόγια να δώσουν ικανή αφορμή στους ειδικούς να μιλήσουν για ένα νέο ρεύμα ή μια σχολή ή (ξανά μανά) για μια καινούρια γενιά.
Στο εν λόγω μικρού μήκους βιβλίο των μόλις ογδόντα εννέα σελίδων συνωθούνται αρμονικά συνυπάρχοντας εννέα μόλις ολιγοσέλιδες ιστορίες στεγασμένες, όπως συνηθίζεται, κάτω από τον τίτλο μιας από αυτές: «Η μοναξιά των σκύλων». Τα θέματα είναι άσχετα μεταξύ τους, παρά την τείνουσα να επικρατήσει άποψη που θέλει -απαιτεί, σχεδόν- τα κείμενα να έχουν ένα λιγότερο ή περισσότερο ορατό συνεκτικό θεματολογικά κέντρο. Η αρμονία στη συγκατοίκηση συνίσταται στην ύπαρξη ομοιογένειας στον τρόπο κατασκευής. Σε ό,τι αφορά στο γλωσσικό γνωρίζουμε πως τα διηγήματα είναι το κύριο καμίνι όπου εκτελούνται τα πάσης φύσεως πειράματα σε παλιά και νεότερα καλούπια, αφού η μικρή φόρμα αποτελεί το προσφορότερο έδαφος γι’ αυτό, πράγμα που επιβεβαιώνεται και στην περίπτωση της συγκεκριμένης συλλογής. Ο συγγραφέας επιλέγει τη λιτότητα που δίνει στον λόγο η μικρή φράση και κυρίως η απουσία υπόταξης. Πολύ συχνά υποκείμενα και κατηγορούμενα παρατάσσονται χωρίς περιττά συνδετικά εργαλεία, κυρίως -αλλά όχι μόνο- στις περιγραφές: «Στο ισόγειο αποθήκες. Στον πρώτο όροφο η κύρια κατοικία. Ενιαίος χώρος, καθιστικό και κουζίνα, μαζί με ένα σαλονάκι από μπαμπού στη μέση. Μπροστά μια παλιά τηλεόραση έπιπλο κι ένα μεγάλο κοχύλι πάνω της».
Το εξορισμένο από τις περιγραφές ρήμα αποζημιώνεται στα καθαρά αφηγηματικά μέρη, όπου και έχει εξέχουσα θέση: «Τότε άκουσα βήματα προς το δωμάτιο. Έμεινα ακίνητος πίσω από τη μισάνοιχτη πόρτα. Ένα χέρι ψηλάφησε τον τοίχο, βρήκε το διακόπτη κι έσβησε το φως. Ύστερα τράβηξε την πόρτα απέξω και την κλείδωσε». Ή ακόμα: «Πήγα στο παράθυρο, το άνοιξα. Προς μεγάλη μου απογοήτευση, είδα τον τοίχο να κατεβαίνει, χωρίς μπαλκόνι ή παραπέτο. Κάτω άφριζε η θάλασσα. Εκείνη τη στιγμή άκουσα μηχανές αυτοκινήτων. Το επισκεπτήριο είχε τελειώσει, οι οικογένειες έφευγαν. Ο ήλιος άρχισε να δύει. Κι εγώ ήμουν ακόμα μέσα».
Σε κάθε περίπτωση το θέμα της τακτικής υποχώρησης της υπόταξης σε αρκετούς σύγχρονους διηγηματογράφους θα άξιζε να μελετηθεί, κυρίως για ενδεχόμενα συμπεράσματα στη σχέση της σύγχρονης νεοελληνικής με τις αμέσως προηγούμενες, λογιότερες ή άλλες «ενδιάμεσες» γλωσσικές μορφές, στις οποίες η ηττημένη καθαρεύουσα φρόντισε να πάρει την εκδίκησή της οδηγώντας στη σύνθεση «καθαροδημοτικών» κειμένων. Οι γαλουχημένοι στα νάματα της καθαρεύουσας συγγραφείς, όσοι δηλαδή επιχείρησαν να αναβαθμίσουν σε λογοτεχνική γλώσσα τη νεοφώτιστη κοινή νεοελληνική, χρησιμοποίησαν εκούσια ή ακούσια την προκρούστεια κλίνη της καθαρεύουσας. Έτσι για παράδειγμα οι επιρρηματικές αρχαιοπρεπείς μετοχές της τελευταίας, αντί να πάρουν τη θέση κύριων προτάσεων, όπως θα προτιμούσε η ομιλούμενη γλώσσα, φόρτωσαν τον λόγο με χρονικές, αιτιολογικές και αναφορικές δευτερεύουσες. Αίσθησή μου είναι ότι τέτοια φαινόμενα παρουσιάζουν πλέον σταδιακή υποχώρηση, καθώς αρκετοί από τους νεότερους διηγηματογράφους (αλλά και κάποιοι μυθιστοριογράφοι) δείχνουν μια έντονη δυσανεξία στην υπόταξη και τις μακροσκελείς περιόδους.
Άλλα χαρακτηριστικά του είδους που τείνουν να παγιωθούν, όπως τα στοιχεία της έκπληξης, της ανατροπής, του παράλογου και της δημιουργίας κλίματος έντασης με τα λιγότερα δυνατά μέσα, είναι και στη «Μοναξιά των σκύλων» παρόντα, το καθένα σε διαφορετικό βαθμό. Το χιούμορ γενικά είναι υποδόρειο, αν και σε κάποια από τα διηγήματα της συλλογής αυτό οδηγείται σε ξεσπάσματα (όπως π.χ. στο διήγημα «Κόφτης»).
Πόση πραγματικότητα αντέχουν τα κείμενα του Πάνου Τσίρου; Τα γεγονότα, τα πρόσωπα, οι καταστάσεις δείχνουν εντελώς αληθινές. Με όρους κινηματογράφου θα λέγαμε ότι η συλλογή περιέχει μικρά «ντοκιμαντέρ». Τα πάντα είναι οικεία στον αναγνώστη. Γνωστά. Αυτά που βλέπει και ακούει καθημερινά, με άλλα λόγια αυτά που συνιστούν ό,τι ονομάζουμε «πραγματικότητα».Ως τη στιγμή που προστίθεται ή αφαιρείται (κυρίως το δεύτερο) κάτι από αυτήν, ένα μικρό, φαινομενικά ασήμαντο στοιχείο της, και αίφνης «η παραίσθησις είναι πλήρης». Το φανταστικό δεν επιτρέπεται να εισβάλει στον χώρο, αφού υπονομεύοντας ελαφρώς το πραγματικό επιτυγχάνεται ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα.
Άξιο προσοχής είναι το πώς ο συγγραφέας διαχειρίζεται το κλείσιμο των ιστοριών του. Το γεγονός ότι κανένα τέλος δεν μπορεί να είναι καλό το ξέρουν καλύτερα οι αναγνώστες μυθιστορημάτων, οι οποίοι φτάνοντας στα μισά του δρόμου έχουν ήδη δημιουργήσει μια σειρά από αναμενόμενες λύσεις-εξόδους. Συνήθως επιβεβαιώνεται μία από αυτές. Στην καλύτερη περίπτωση το τέλος της ιστορίας δεν είναι αναμενόμενο και αποζημιώνει ως ένα βαθμό την αδηφάγο (και χρονοβόρα) αναμονή, γεγονός που -μαζί με άλλα- «καταδικάζει» τον αναγνώστη να τρέχει από μυθιστόρημα σε μυθιστόρημα. Από αυτή την «ασθένεια» ωστόσο κινδυνεύουν πολύ λιγότερο οι αναγνώστες μικρών ιστοριών. Εδώ το κλείσιμο σπάνια έχει τη μερίδα του λέοντος στην πίτα της απόλαυσης. Κύριος ανταγωνιστής είναι ο τρόπος, το «πώς» και όχι το «τι» της γραφής. Διαβάστε το βιβλίο και παρατηρήστε για παράδειγμα με ποιο τρόπο (δεν) κλείνει το διήγημα «Υπηρεσία Φάρων» της εν λόγω συλλογής και πιστεύω πως θα συμφωνήσετε μαζί μου.

Κώατας Πούλος, συγγραφέας


Ο Κώστας Πούλος γεννήθηκε στον Ελικώνα της Βοιωτίας. Σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και ιστορία στην Αθήνα και στη Γερμανία. Έχει γράψει, μεταφράσει και διασκευάσει πλήθος βιβλίων για μεγάλους και κυρίως για παιδιά. Έργα του έχουν λάβει τιμητικές διακρίσεις (κρατικό βραβείο παιδικού λογοτεχνικού βιβλίου κ.ά.) ή έχουν μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες. Τελευταίο βιβλίο του για μεγάλους η συλλογή διηγημάτων «Αμφίβια τέρατα» (Μεταίχμιο).

Σου άρεσε το άρθρο; Βαθμολόγησέ το!

αξιολόγηση: 0+x

Latest Blog:

Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, το περιεχόμενο αυτής της σελίδας διανέμεται σύμφωνα με την άδεια Creative Commons Attribution-ShareAlike 3.0 License